Θεραπεία λύσσας
ΠΗΓΗ: ΚΕΕΛΠΝΟ - Παργιανά Χρύσα, Λυσσίατρος, ΝΕΠΘ (Λοιμωδών Θεσσαλονίκης)
Η
Λύσσα είναι νόσος θανατηφόρος για τον άνθρωπο. Με τα σύγχρονα όμως μέσα
θεραπείας υπάρχει ελπίδα διάσωσης του ασθενούς. Το εμβόλιο που ανακαλύφθηκε
αποδείχθηκε άκρως αποτελεσματικό για τη θεραπεία από τη λύσσα.
Το
εμβόλιο χορηγείται για θεραπεία μετά από έκθεση στον ιό, γιατί παρέχει ανοσία
πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων, μπορεί όμως να χορηγηθεί και για
προφυλακτικό εμβολιασμό πριν από την έκθεση στον ιό. Ο προληπτικός αντιλυσσικός
εμβολιασμός συνιστάται για άτομα τα οποία λόγω της εργασίας τους ή για άλλους
λόγους έρχονται σε επαφή με ζώα, τα οποία μπορεί να πάσχουν από λύσσα
(εργαζόμενοι σε ειδικά εργαστήρια, κτηνίατροι, φυσιοδίφες, ζωοκόμοι, ταξιδιώτες
σε χώρες όπου ενδημεί η λύσσα). Για τον εμβολιασμό των ατόμων αυτών συνιστάται
η χορήγηση ενδομυικώς του εμβολίου σε τρεις δόσεις κατά τις ημέρες 0,7 και 21 ή
28.
Θεραπεία
μετά από βέβαιη ή ενδεχόμενη έκθεση στον ιό- θεραπευτικός εμβολιασμός
Σε
άτομα που εκτέθηκαν στον ιό της λύσσας πρέπει όσο το δυνατό πιο γρήγορα να
αρχίσει η αντιμετώπισή τους. Αρχικά εκτιμάται ο κίνδυνος για πιθανή μετάδοση
λύσσας. Εκτιμώνται διάφοροι παράγοντες, όπως η γεωγραφική περιοχή που έγινε το
συμβάν, το είδος του ζώου, η σοβαρότητα των τραυμάτων, εάν η επίθεση του ζώου
είναι απρόκλητη, εάν το ζώο είναι εμβολιασμένο και αν υπάρχει δυνατότητα
απομόνωσης και παρακολούθησης του ζώου επί 15ημέρου από κτηνίατρο.
Εν
συνεχεία πρέπει να εκτελείται τοπική φροντίδα του τραύματος ή των τραυμάτων.
Αναζητούνται όλα τα τραύματα και γίνεται προσεκτικός καθαρισμός αυτών. Είναι
αποτελεσματικός τρόπος για την καταστροφή του ιού της λύσσας στο σημείο της
μόλυνσης. Ο καλός καθαρισμός, συνιστάται σε άμεση πλύση με άφθονο νερό και
σαπούνι επί 15 λεπτά της ώρας – διαδικασία η οποία συνιστάται για όλες τις
πληγές από δαγκώματα συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων που δεν έχουν σχέση με
πιθανή μόλυνση από λύσσα. Στη συνέχεια, απολύμανση με οινόπνευμα ή βάμμα ή
υδατικό διάλυμα ιωδίου.
Το
τραύμα είναι προτιμότερο να μην κλείνεται με επίδεσμο, διαφορετικά να
επικαλύπτεται μόνο με αποστειρωμένη γάζα. Το ράψιμο της πληγής, εφόσον κρίνεται
απαραίτητο, πρέπει να καθυστερεί από μερικές ώρες έως 3 ημέρες, ώστε αν κριθεί
απαραίτητη η τοπική διήθηση άνοσου ορού να μπορεί να εκτελεστεί. Τα ράμματα
πρέπει να είναι χαλαρά ώστε να επιτρέπουν την ομαλή παροχέτευση του αίματος και
των υγρών του τραύματος.
Τέλος
συνιστάται η χρήση αντιτετανικού ορού και αντιμικροβιακών παραγόντων κατά την
κρίση του θεράποντα.
Αντιλυσσική
αγωγή
Για
την αντιλυσσική αγωγή εφαρμόζεται αντιλυσσικό εμβόλιο και αντιλυσσικός άνοσος
ορός. Το αντιλυσσικό εμβόλιο χρησιμοποιείται για να διεγείρει την ανοσολογική
απόκριση του σώματος- δημιουργούνται αντισώματα έναντι του ιού- ενώ ο
αντιλυσσικός ορός εξουδετερώνει τον ιό στο σημείο εισόδου, ελαττώνει τον
πολλαπλασιασμό του στα μυϊκά κύτταρα και επιβραδύνει έτσι την είσοδό του στα
νευρικά κύτταρα. Το εμβόλιο χορηγείται ενδομυϊκώς στην περιοχή του δελτοειδή
μυός για ενήλικες και στην εμπρόσθια έξω περιοχή του μηρού για παιδιά, σε 5
δόσεις, τις ημέρες 0,3,7,14 και 28 μετά την ύποπτη επαφή. Αναμνηστική δόση
μπορεί να χορηγηθεί την 90ή ημέρα.
Ο
άνοσος ορός χορηγείται την ίδια μέρα με το εμβόλιο. Το ήμισυ της δόσης
χορηγείται ενδομυϊκώς σε διαφορετικό σημείο του σώματος από αυτό του εμβολίου
και το άλλο ήμισυ στο τραύμα εκ του δήγματος. Αν δεν χορηγηθεί με την πρώτη δόση
του εμβολίου μπορεί να γίνει έως και την έβδομη ημέρα μετά την πρώτη δόση του
εμβολίου. Χορηγούμε 20 IU/Kg βάρους σώματος.
Η
συνδυασμένη αυτή θεραπεία αντιλυσσικού εμβολίου και άνοσου ορού έχει αποδειχθεί
100% επιτυχής. Αναπτύσσεται στο 100% των ανοσοεπαρκών ατόμων προστατευτικός
τίτλος αντισωμάτων. Ο τίτλος αυτός διατηρείται περίπου για 1-2 έτη. Σε άτομα με
ανοσοανεπάρκεια, που οφείλεται σε κάποιο νόσημα ή σε χορήγηση
ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων θα πρέπει να γίνεται έλεγχος αντισωμάτων 2-4
εβδομάδες μετά την τελευταία δόση του εμβολίου και να συμβουλεύονται
εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό.
Παρενέργειες
Η
ανοσοποίηση με τα σημερινά αντιλυσσικά εμβόλια εμπεριέχει μηδενικό κίνδυνο
εμφάνισης παρενεργειών προληπτικής θεραπείας. Ενίοτε μπορεί να εμφανιστούν τοπικά συμπτώματα,
όπως πόνος στο σημείο της έγχυσης, ερυθρότητα, οίδημα και κνησμός. Ακόμα,
μπορεί να εμφανιστούν συστηματικές αντιδράσεις, όπως κεφαλαλγία, ναυτία,
κοιλιακό άλγος, μυαλγίες, αρθραλγίες. Σπανιότερα έχουν αναφερθεί αντιδράσεις
υπερευαισθησίας μετά την αναμνηστική δόση του εμβολίου όπως κνίδωση (αλλεργική
αντίδραση), αρθρίτιδα, αγγειοοίδημα. Παρόλα αυτά, η χορήγηση τόσο παθητικής όσο
και ενεργητικής ανοσίας με όσους κινδύνους και αν διατρέχει ο ασθενής,
θεωρείται προτιμότερη από τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου.
Από
τη στιγμή που εκδηλώνονται τα συμπτώματα, η θεραπεία είναι παρηγορητική. Ο
ασθενής πρέπει να απομονώνεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Η διέγερση και οι
πόνοι πρέπει να καταπολεμούνται με την άφθονη χορήγηση κατευναστικών. Η
αναπνευστική λειτουργία πρέπει να διατηρηθεί δια τραχειοτομής και τεχνητής
αναπνοής. Η καρδιακή λειτουργία πρέπει να παρακολουθείται και να ενισχύεται
κατάλληλα.
Βιβλιογραφία
- http://www.keelpno.gr/Portals/0/Αρχεία/ΚΕΠΙΧ/Η λύσσα στην Ελλάδα του χθες και του σήμερα. _Δ_7-12.pdf, ανάκτηση 22/5/2013.
- http://wwwnc.cdc.gov/eid/article/18/7/et-1807_article.htm, ανάκτηση 23/5/2013
- Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας – WHO (2003): Human Rabies: invariably fatal, eminently preventable, in: Global Defense Against the Infectious Diseases Threat, Kindhanser M.K. (ed), Doc: WHO/CDS/2003,15)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Μπορείτε να υποβάλλετε σχόλια χρησιμοποιώντας κόσμιες εκφράσεις σεβόμενοι πάντα την προσωπικότητα των άλλων.