Οξεία Εξωτερική Ωτίτιδα (Acute Otitis Externa – AOE): Κατευθυντήριες Οδηγίες για την αντιμετώπισή της στο ΤΕΠ
Η Οξεία Εξωτερική Ωτίτιδα είναι μια συχνή και επώδυνη κατάσταση που αντιμετωπίζεται από τους ιατρούς των ΤΕΠ. Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης κρύβει πολλές παγίδες και μπορεί εύκολα να εμφανισθούν επιπλοκές.
Κλινική επίπτωση των κατυθυντήριων οδηγιών στην πράξη
Η συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών πρέπει να αποφεύγεται στις περισσότερες περιπτώσεις διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας.
Κατευθυντήρια Οδηγία Κλινικής Πράξης: Οξεία Εξωτερική Ωτίτις (Acute Otitis Externa)
Otolaryngol Head Neck Surg. 2006;134:S4-S23.
Αυτή η κατευθυντήρια οδηγία κλινικής πράξης
για την Οξεία Εξωτερική Ωτίτιδα,
δημιουργήθηκε από ομάδα διαφόρων ειδικοτήτων
που οργανώθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία Ωτολαρυγγολογίας & Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου.
Η ομάδα των επιστημόνων εντόπισε 7 θεματικές ενότητες και διεξήγαγε σειρά από βιβλιογραφικές έρευνες.
Οι δημοσιεύσεις εξετάσθηκαν για την ποιότητά τους σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια και ταξινομήθηκαν σε 4 τάξεις (A,B,C,D).
Οι συστάσεις που διαμορφώθηκαν βαθμονομήθηκαν σε 3 διαβαθμίσεις (ισχυρή σύσταση, σύσταση, και επιλογή) κυρίως βάσει της ισχύος των ενδείξεων για κάθε υπό εξέταση ερώτημα.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες έχουν εφαρμογή σε ασθενείς ηλικίας 2 ετών και πάνω με διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα, που ορίζεται ως γενικευμένη φλεγμονή του έξω ακουστικού πόρου, με ή χωρίς συμμετοχή του πτερυγίου του ωτός ή της τυμπανικής μεμβράνης.
Από τις οδηγίες αυτές εξαιρούνται για ασθενείς με χρονία ή κακοήθη (προοδευτική νεκρωτική) εξωτερική ωτίτιδα.
Οι οδηγίες απευθύνονται σε ιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας και άλλων ειδικοτήτων που είναι πιθανόν να εξετάσουν, να αντιμετωπίσουν και να παρακολουθήσουν ασθενείς με οξεία εξωτερική ωτίτιδα.
Σύσταση 1 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να μπορεί να διακρίνει την διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα από άλλες αιτίες ωταλγίας, ωτόρροιας, και φλεγμονής του έξω ακουστικού πόρου.
Σύσταση 2 (Σύσταση):Ο ιατρός πρέπει να εξετάσει τον ασθενή με διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα για ύπαρξη παραγόντων που μπορεί να τροποποιήσουν τον τρόπο αντιμετώπισης όπως διάτρηση τυμπανικής μεμβράνης, ύπαρξη σωλήνα τυμπανοστομίας, συνύπαρξη σακχαρώδη διαβήτη, συνύπαρξη καταστολής του ανοσοποιητικού, προηγηθείσα ακτινοβολία.
Σύσταση 3 (Ισχυρή Σύσταση):Η αντιμετώπιση της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας πρέπει να περιλαμβάνει εκτίμηση της έντασης του πόνου. Συστήνεται αναλγητική αγωγή ανάλογα με την ένταση του πόνου.
Σύσταση 4 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να χρησιμοποιεί τοπικά σκευάσματα για την αρχική θεραπεία της διάχυτης ανεπίπλεκτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας. Συστηματική χορήγηση αντιμικροβιακής αγωγής δεν πρέπει να χρησιμοποιείται εκτός εάν υπάρχει επέκταση της φλεγμονής και εκτός του ακουστικού πόρου ή υπάρχουν ειδικοί παράγοντες που απαιτούν συστηματική θεραπεία.
Σύσταση 5 (Σύσταση):Η επιλογή του τοπικού αντιμικροβιακού για την αρχική θεραπεία της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας θα πρέπει να βασίζεται στην αποτελεσματικότητα, την χαμηλή συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών, την πιθανότητα συμμόρφωσης στη θεραπεία, και στο κόστος.
Σύσταση 6 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να ενημερώνει τους ασθενείς για τον σωστό τρόπο εφαρμογής των ωτικών σταγόνων τοπικά. Όταν ο έξω ακουστικός πόρος είναι αποφραγμένος, για να γίνει σωστή εφαρμογή των σταγόνων του τοπικού σκευάσματος πρέπει να προηγηθεί καθαρισμός (τουαλέτα) του έξω ακουστικού πόρου, ή σε περίπτωση οιδήματος, διαβροχή συνεστραμμένου βάμβακος με μορφή φυτιλιού(wick – wicking) από το τοπικό αντιμικροβιακό διάλυμα και εφαρμογή στον έξω ακουστικό πόρο.
Σύσταση 7 (Σύσταση):
Αν ο ασθενής έχει σωλήνα τυμπανοστομίας ή διάτρηση τυμπανικής μεμβράνης, ο ιατρός πρέπει να επιλέξει για χορήγηση ένα μη τοξικό τοπικό αντιμικροβιακό σκεύασμα.
Σύσταση 8 (Σύσταση):
Αν ο ασθενής δεν ανταποκριθεί στην αρχική θεραπεία εντός 48 έως 72 ωρών, ο ιατρός πρέπει να επανεκτιμήσει τον ασθενή για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας και για να αποκλείσει ύπαρξη άλλων καταστάσεων.
Σχόλια Έκδοσης
Η διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα, ή «αυτί κολυμβητή», είναι κυτταρίτιδα του έξω ακουστικού πόρου.
Το 98% των περιπτώσεων οξείας εξωτερικής ωτίτιδας είναι πολυμικροβιακές λοιμώξεις στις οποίες απομονώνονται συχνότερα στελέχη Pseudomonas aeruginosa και Staphylococcus aureus.
Οι δυο πιο σημαντικοί προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση εξωτερικής ωτίτιδας είναι η υπερβολική υγρασία και η αλκαλικότητα εντός του περιβάλλοντος του έξω ακουστικού πόρου.
Η οξεία εξωτερική ωτίτιδα χαρακτηρίζεται κλινικά από ταχεία έναρξη ωτικού άλγους, κνησμού του ακουστικού πόρου, και αισθήματος πληρότητας.
Στην κλινική εξέταση ο ιατρός συνήθως διαπιστώνει τοπική ευαισθησία στην περιοχή του τράγου και/ή του πτερυγίου του ωτός, διάχυτο οίδημα και/ή ερυθρότητα του ακουστικού πόρου. Επίσης μπορεί να παρατηρούνται βαρηκοΐα, επέκταση του άλγους προς την κάτω σιαγώνα, ωτόρροια, επιχώρια λεμφαδενίτιδα, ερύθημα τυμπανικής μεμβράνης, ή κυτταρίτιδα του πτερυγίου του ωτός και του γειτνιάζοντος δέρματος.
Η διαφορική διάγνωση είναι σημαντική για τον ιατρό του ΤΕΠ, επειδή περισσότερο επικίνδυνες καταστάσεις μπορεί να εμφανισθούν ως οξεία εξωτερική ωτίτιδα.
Δυο τέτοιες σοβαρές καταστάσεις είναι η κακοήθης εξωτερική ωτίτιδα και η μαστοειδίτιδα, που μπορεί να αποκλεισθούν με τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας του κροταφικού οστού και της μαστοειδούς αποφύσεως.
Στην πλειονότητα όμως των περιπτώσεων, το όφελος της σίγουρης διάγνωσης της οξείας εξωτερικής ωτίτιδας είναι η επιλογή της θεραπείας με χορήγηση ενός τοπικού σκευάσματος.
Συστηματική θεραπεία ενδείκνυται μόνο σε μη αξιόπιστους, ανοσοκατασταλμένους ή διαβητικούς ασθενείς ή σε περιπτώσεις αποτυχίας ή δυσκολίας εφαρμογής της τοπικής θεραπείας.
Παρόλο που από το στόμα ή ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών μπορεί να ενδείκνυται στην οξεία μέση ωτίτιδα, οι περισσότερες περιπτώσεις οξείας εξωτερικής ωτίτιδας δεν απαιτούν συστηματική θεραπεία.
Ένας από τους ειδικούς στόχους αυτής της οδηγίας είναι η μείωση της ακατάλληλης χρήσης συστηματικής αντιβίωσης.
Είναι κοινή πρακτική να θεραπεύεται ένας ασθενής και για τις δύο παθήσεις της οξείας μέσης και εξωτερικής ωτίτιδας όταν η τυμπανική μεμβράνη δεν μπορεί να εκτιμηθεί κατά την ωτοσκόπηση λόγω ύπαρξης βύσματος κηρίου ή πυωδών εξιδρωμάτων.
Ενώ η τακτική αυτή θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για τις προαναφερθείσες ύποπτες ή δυνητικά επικίνδυνες καταστάσεις, εντούτοις υπενθυμίζεται ότι η οξεία εξωτερική ωτίτιδα συνήθως δεν επιπλέκει την οξεία μέση ωτίτιδα.
Για τον λόγο αυτό όπου υπάρχει διαγνωστική αμφιβολία είναι προτιμότερο να θεραπεύεται ο ασθενής για οξεία εξωτερική ωτίτιδα και να επανεκτιμάται σύντομα για επιβεβαίωση της διάγνωσης με την διαπίστωση της επιτυχούς ανταπόκρισης στην θεραπεία.
Βάσει των διαθέσιμων ενδείξεων δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην αποτελεσματικότητα μεταξύ των διάφορων σκευασμάτων όχι μόνο αυτών που περιέχουν αντιβιοτικά όπως κινολόνη, αμινογλυκοσίδη, ή πολυμυξίνη Β, αυτούσια ή σε συνδυασμούς, αλλά και συνδυασμών αντιβιοτικών με άλλες ουσίες όπως τοπικά κορτικοειδή ή όξινα αντισηπτικά σε διάφορους συνδυασμούς.
Για τον λόγο αυτό, η θεραπευτική επιλογή πρέπει να στηρίζεται κυρίως στο κόστος και στην ευκολία εφαρμογής της θεραπείας με τα ακριβότερα σκευάσματα να προσφέρουν πιο εύκολα στην εφαρμογή τους δοσολογικά σχήματα.
Εάν δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί στην κλινική εξέταση η ακεραιότητα της τυμπανικής μεμβράνης, όξινα σκευάσματα όπως το ακετοξικό οξύ, και ωτοτοξικά σκευάσματα όπως η νεομυκίνη ή η αμινογλυκοσίδη πρέπει να αποφεύγονται.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ιατρός έχει μόνο στην διάθεση του σκευάσματα περιέχοντα κινολόνη.
Η θεραπεία της οξείας εξωτερικής ωτίτιδας πρέπει να περιλαμβάνει αναλγησία ανάλογα με την ένταση του άλγους.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν αγωγή με σκεύασμα ωτικού διαλύματος μπενζοκαΐνης / αντιπυρίνης πρέπει να παρακολουθούνται στενά για την διαπίστωση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας, διότι η τοπική αναλγητική αγωγή μπορεί να συγκαλύψει την εξέλιξη της νόσου.
Η αποφυγή υγρασίας και επαφής του ακουστικού πόρου με νερό, είναι ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας.
Οι ασθενείς πρέπει να προστατεύουν τον ακουστικό πόρο με την χρήση καλά εφαρμοζόμενων ωτασπίδων, ή εφαρμόζοντας καλό στέγνωμα του ακουστικού πόρου με την χρήση συσκευής στεγνωτήρα μαλλιών μετά το λουτρό καθαριότητας.
Εάν ο ακουστικός πόρος είναι αποφραγμένος από εξιδρώματα, ο ιατρός του ΤΕΠ πρέπει να επιχειρεί πλύση του έξω ακουστικού πόρου.
Για τον σκοπό αυτό ένας καθετήρας ενδοφλέβιας έγχυσης μπορεί να προσαρμοσθεί σε μια σύριγγα και να χρησιμεύσει ως συσκευή πλύσης του ακουστικού πόρου.
Εάν η τυμπανική μεμβράνη δεν μπορεί να φανεί λόγω οιδήματος του ακουστικού πόρου ή η πλύση του ακουστικού πόρου δεν είναι απόλυτα επιτυχής, μπορεί να εφαρμοσθεί ένα κομμάτι συνεστραμμένου βάμβακος διαποτισμένου με τοπικό ωτικό διάλυμα για διευκόλυνση στην εφαρμογή της θεραπείας.
Για την σωστή μέθοδο εφαρμογής των ωτικών σταγόνων είναι προτιμότερο κάποιος άλλος να βοηθά τον ασθενή στη διαδικασία αυτή, και να γεμίζει τον ακουστικό πόρο του ασθενή που πρέπει να βρίσκεται σε πλάγια θέση για 3 – 5 λεπτά πριν σηκωθεί στην όρθια θέση.
Η περίσσεια του ωτικού διαλύματος αφήνεται στη συνέχεια να ξεχειλίσει από τον ακουστικό πόρο και δεν πρέπει να εφαρμόζονται ωτασπίδες ή κομμάτια από βαμβάκι για να αποτρέψουν την διαρροή των ωτικών σταγόνων.
Η Οξεία Εξωτερική Ωτίτιδα είναι μια συχνή και επώδυνη κατάσταση που αντιμετωπίζεται από τους ιατρούς των ΤΕΠ. Η αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης κρύβει πολλές παγίδες και μπορεί εύκολα να εμφανισθούν επιπλοκές.
Κλινική επίπτωση των κατυθυντήριων οδηγιών στην πράξη
Η συστηματική χορήγηση αντιβιοτικών πρέπει να αποφεύγεται στις περισσότερες περιπτώσεις διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας.
Κατευθυντήρια Οδηγία Κλινικής Πράξης: Οξεία Εξωτερική Ωτίτις (Acute Otitis Externa)
Otolaryngol Head Neck Surg. 2006;134:S4-S23.
Αυτή η κατευθυντήρια οδηγία κλινικής πράξης
για την Οξεία Εξωτερική Ωτίτιδα,
δημιουργήθηκε από ομάδα διαφόρων ειδικοτήτων
που οργανώθηκε από την Αμερικανική Ακαδημία Ωτολαρυγγολογίας & Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου.
Η ομάδα των επιστημόνων εντόπισε 7 θεματικές ενότητες και διεξήγαγε σειρά από βιβλιογραφικές έρευνες.
Οι δημοσιεύσεις εξετάσθηκαν για την ποιότητά τους σύμφωνα με προκαθορισμένα κριτήρια και ταξινομήθηκαν σε 4 τάξεις (A,B,C,D).
Οι συστάσεις που διαμορφώθηκαν βαθμονομήθηκαν σε 3 διαβαθμίσεις (ισχυρή σύσταση, σύσταση, και επιλογή) κυρίως βάσει της ισχύος των ενδείξεων για κάθε υπό εξέταση ερώτημα.
Οι κατευθυντήριες οδηγίες έχουν εφαρμογή σε ασθενείς ηλικίας 2 ετών και πάνω με διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα, που ορίζεται ως γενικευμένη φλεγμονή του έξω ακουστικού πόρου, με ή χωρίς συμμετοχή του πτερυγίου του ωτός ή της τυμπανικής μεμβράνης.
Από τις οδηγίες αυτές εξαιρούνται για ασθενείς με χρονία ή κακοήθη (προοδευτική νεκρωτική) εξωτερική ωτίτιδα.
Οι οδηγίες απευθύνονται σε ιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας και άλλων ειδικοτήτων που είναι πιθανόν να εξετάσουν, να αντιμετωπίσουν και να παρακολουθήσουν ασθενείς με οξεία εξωτερική ωτίτιδα.
Σύσταση 1 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να μπορεί να διακρίνει την διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα από άλλες αιτίες ωταλγίας, ωτόρροιας, και φλεγμονής του έξω ακουστικού πόρου.
Σύσταση 2 (Σύσταση):Ο ιατρός πρέπει να εξετάσει τον ασθενή με διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα για ύπαρξη παραγόντων που μπορεί να τροποποιήσουν τον τρόπο αντιμετώπισης όπως διάτρηση τυμπανικής μεμβράνης, ύπαρξη σωλήνα τυμπανοστομίας, συνύπαρξη σακχαρώδη διαβήτη, συνύπαρξη καταστολής του ανοσοποιητικού, προηγηθείσα ακτινοβολία.
Σύσταση 3 (Ισχυρή Σύσταση):Η αντιμετώπιση της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας πρέπει να περιλαμβάνει εκτίμηση της έντασης του πόνου. Συστήνεται αναλγητική αγωγή ανάλογα με την ένταση του πόνου.
Σύσταση 4 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να χρησιμοποιεί τοπικά σκευάσματα για την αρχική θεραπεία της διάχυτης ανεπίπλεκτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας. Συστηματική χορήγηση αντιμικροβιακής αγωγής δεν πρέπει να χρησιμοποιείται εκτός εάν υπάρχει επέκταση της φλεγμονής και εκτός του ακουστικού πόρου ή υπάρχουν ειδικοί παράγοντες που απαιτούν συστηματική θεραπεία.
Σύσταση 5 (Σύσταση):Η επιλογή του τοπικού αντιμικροβιακού για την αρχική θεραπεία της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας θα πρέπει να βασίζεται στην αποτελεσματικότητα, την χαμηλή συχνότητα ανεπιθύμητων ενεργειών, την πιθανότητα συμμόρφωσης στη θεραπεία, και στο κόστος.
Σύσταση 6 (Σύσταση):
Ο ιατρός πρέπει να ενημερώνει τους ασθενείς για τον σωστό τρόπο εφαρμογής των ωτικών σταγόνων τοπικά. Όταν ο έξω ακουστικός πόρος είναι αποφραγμένος, για να γίνει σωστή εφαρμογή των σταγόνων του τοπικού σκευάσματος πρέπει να προηγηθεί καθαρισμός (τουαλέτα) του έξω ακουστικού πόρου, ή σε περίπτωση οιδήματος, διαβροχή συνεστραμμένου βάμβακος με μορφή φυτιλιού(wick – wicking) από το τοπικό αντιμικροβιακό διάλυμα και εφαρμογή στον έξω ακουστικό πόρο.
Σύσταση 7 (Σύσταση):
Αν ο ασθενής έχει σωλήνα τυμπανοστομίας ή διάτρηση τυμπανικής μεμβράνης, ο ιατρός πρέπει να επιλέξει για χορήγηση ένα μη τοξικό τοπικό αντιμικροβιακό σκεύασμα.
Σύσταση 8 (Σύσταση):
Αν ο ασθενής δεν ανταποκριθεί στην αρχική θεραπεία εντός 48 έως 72 ωρών, ο ιατρός πρέπει να επανεκτιμήσει τον ασθενή για να επιβεβαιωθεί η διάγνωση της διάχυτης οξείας εξωτερικής ωτίτιδας και για να αποκλείσει ύπαρξη άλλων καταστάσεων.
Σχόλια Έκδοσης
Η διάχυτη οξεία εξωτερική ωτίτιδα, ή «αυτί κολυμβητή», είναι κυτταρίτιδα του έξω ακουστικού πόρου.
Το 98% των περιπτώσεων οξείας εξωτερικής ωτίτιδας είναι πολυμικροβιακές λοιμώξεις στις οποίες απομονώνονται συχνότερα στελέχη Pseudomonas aeruginosa και Staphylococcus aureus.
Οι δυο πιο σημαντικοί προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση εξωτερικής ωτίτιδας είναι η υπερβολική υγρασία και η αλκαλικότητα εντός του περιβάλλοντος του έξω ακουστικού πόρου.
Η οξεία εξωτερική ωτίτιδα χαρακτηρίζεται κλινικά από ταχεία έναρξη ωτικού άλγους, κνησμού του ακουστικού πόρου, και αισθήματος πληρότητας.
Στην κλινική εξέταση ο ιατρός συνήθως διαπιστώνει τοπική ευαισθησία στην περιοχή του τράγου και/ή του πτερυγίου του ωτός, διάχυτο οίδημα και/ή ερυθρότητα του ακουστικού πόρου. Επίσης μπορεί να παρατηρούνται βαρηκοΐα, επέκταση του άλγους προς την κάτω σιαγώνα, ωτόρροια, επιχώρια λεμφαδενίτιδα, ερύθημα τυμπανικής μεμβράνης, ή κυτταρίτιδα του πτερυγίου του ωτός και του γειτνιάζοντος δέρματος.
Η διαφορική διάγνωση είναι σημαντική για τον ιατρό του ΤΕΠ, επειδή περισσότερο επικίνδυνες καταστάσεις μπορεί να εμφανισθούν ως οξεία εξωτερική ωτίτιδα.
Δυο τέτοιες σοβαρές καταστάσεις είναι η κακοήθης εξωτερική ωτίτιδα και η μαστοειδίτιδα, που μπορεί να αποκλεισθούν με τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας του κροταφικού οστού και της μαστοειδούς αποφύσεως.
Στην πλειονότητα όμως των περιπτώσεων, το όφελος της σίγουρης διάγνωσης της οξείας εξωτερικής ωτίτιδας είναι η επιλογή της θεραπείας με χορήγηση ενός τοπικού σκευάσματος.
Συστηματική θεραπεία ενδείκνυται μόνο σε μη αξιόπιστους, ανοσοκατασταλμένους ή διαβητικούς ασθενείς ή σε περιπτώσεις αποτυχίας ή δυσκολίας εφαρμογής της τοπικής θεραπείας.
Παρόλο που από το στόμα ή ενδοφλέβια χορήγηση αντιβιοτικών μπορεί να ενδείκνυται στην οξεία μέση ωτίτιδα, οι περισσότερες περιπτώσεις οξείας εξωτερικής ωτίτιδας δεν απαιτούν συστηματική θεραπεία.
Ένας από τους ειδικούς στόχους αυτής της οδηγίας είναι η μείωση της ακατάλληλης χρήσης συστηματικής αντιβίωσης.
Είναι κοινή πρακτική να θεραπεύεται ένας ασθενής και για τις δύο παθήσεις της οξείας μέσης και εξωτερικής ωτίτιδας όταν η τυμπανική μεμβράνη δεν μπορεί να εκτιμηθεί κατά την ωτοσκόπηση λόγω ύπαρξης βύσματος κηρίου ή πυωδών εξιδρωμάτων.
Ενώ η τακτική αυτή θα μπορούσε να δικαιολογηθεί για τις προαναφερθείσες ύποπτες ή δυνητικά επικίνδυνες καταστάσεις, εντούτοις υπενθυμίζεται ότι η οξεία εξωτερική ωτίτιδα συνήθως δεν επιπλέκει την οξεία μέση ωτίτιδα.
Για τον λόγο αυτό όπου υπάρχει διαγνωστική αμφιβολία είναι προτιμότερο να θεραπεύεται ο ασθενής για οξεία εξωτερική ωτίτιδα και να επανεκτιμάται σύντομα για επιβεβαίωση της διάγνωσης με την διαπίστωση της επιτυχούς ανταπόκρισης στην θεραπεία.
Βάσει των διαθέσιμων ενδείξεων δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην αποτελεσματικότητα μεταξύ των διάφορων σκευασμάτων όχι μόνο αυτών που περιέχουν αντιβιοτικά όπως κινολόνη, αμινογλυκοσίδη, ή πολυμυξίνη Β, αυτούσια ή σε συνδυασμούς, αλλά και συνδυασμών αντιβιοτικών με άλλες ουσίες όπως τοπικά κορτικοειδή ή όξινα αντισηπτικά σε διάφορους συνδυασμούς.
Για τον λόγο αυτό, η θεραπευτική επιλογή πρέπει να στηρίζεται κυρίως στο κόστος και στην ευκολία εφαρμογής της θεραπείας με τα ακριβότερα σκευάσματα να προσφέρουν πιο εύκολα στην εφαρμογή τους δοσολογικά σχήματα.
Εάν δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί στην κλινική εξέταση η ακεραιότητα της τυμπανικής μεμβράνης, όξινα σκευάσματα όπως το ακετοξικό οξύ, και ωτοτοξικά σκευάσματα όπως η νεομυκίνη ή η αμινογλυκοσίδη πρέπει να αποφεύγονται.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο ιατρός έχει μόνο στην διάθεση του σκευάσματα περιέχοντα κινολόνη.
Η θεραπεία της οξείας εξωτερικής ωτίτιδας πρέπει να περιλαμβάνει αναλγησία ανάλογα με την ένταση του άλγους.
Οι ασθενείς που λαμβάνουν αγωγή με σκεύασμα ωτικού διαλύματος μπενζοκαΐνης / αντιπυρίνης πρέπει να παρακολουθούνται στενά για την διαπίστωση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας, διότι η τοπική αναλγητική αγωγή μπορεί να συγκαλύψει την εξέλιξη της νόσου.
Η αποφυγή υγρασίας και επαφής του ακουστικού πόρου με νερό, είναι ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας.
Οι ασθενείς πρέπει να προστατεύουν τον ακουστικό πόρο με την χρήση καλά εφαρμοζόμενων ωτασπίδων, ή εφαρμόζοντας καλό στέγνωμα του ακουστικού πόρου με την χρήση συσκευής στεγνωτήρα μαλλιών μετά το λουτρό καθαριότητας.
Εάν ο ακουστικός πόρος είναι αποφραγμένος από εξιδρώματα, ο ιατρός του ΤΕΠ πρέπει να επιχειρεί πλύση του έξω ακουστικού πόρου.
Για τον σκοπό αυτό ένας καθετήρας ενδοφλέβιας έγχυσης μπορεί να προσαρμοσθεί σε μια σύριγγα και να χρησιμεύσει ως συσκευή πλύσης του ακουστικού πόρου.
Εάν η τυμπανική μεμβράνη δεν μπορεί να φανεί λόγω οιδήματος του ακουστικού πόρου ή η πλύση του ακουστικού πόρου δεν είναι απόλυτα επιτυχής, μπορεί να εφαρμοσθεί ένα κομμάτι συνεστραμμένου βάμβακος διαποτισμένου με τοπικό ωτικό διάλυμα για διευκόλυνση στην εφαρμογή της θεραπείας.
Για την σωστή μέθοδο εφαρμογής των ωτικών σταγόνων είναι προτιμότερο κάποιος άλλος να βοηθά τον ασθενή στη διαδικασία αυτή, και να γεμίζει τον ακουστικό πόρο του ασθενή που πρέπει να βρίσκεται σε πλάγια θέση για 3 – 5 λεπτά πριν σηκωθεί στην όρθια θέση.
Η περίσσεια του ωτικού διαλύματος αφήνεται στη συνέχεια να ξεχειλίσει από τον ακουστικό πόρο και δεν πρέπει να εφαρμόζονται ωτασπίδες ή κομμάτια από βαμβάκι για να αποτρέψουν την διαρροή των ωτικών σταγόνων.